Πέμπτη 25 Φεβρουαρίου 2010

Μισέλ Πλασόν, ο πρέσβης της γαλλικής μουσικής

Του ΓΙΑΝΝΗ ΣΒΩΛΟΥ
Ενας από τους τελευταίους επιζώντες, κορυφαίους Γάλλους αρχιμουσικούς των μεταπολεμικών χρόνων διηύθυνε τις προάλλες την ΚΟΑ σε αποκλειστικά γαλλικό ρεπερτόριο (12/2/2010).
Η βραδιά ξεκίνησε με τα «Ευγενικά και συναισθηματικά βαλς» του Ραβέλ, σε μια ανάγνωση που διέθετε σωστό κυματιστό παλμό και δομική οργάνωση· της έλειπε, ωστόσο, η ειδική ποιότητα του αβίαστα αιθέριου ορχηστρικού ήχου, βασική προϋπόθεση για μια καλή ανάγνωση έργων τού λεγόμενου μουσικού εμπρεσιονισμού. Ακολούθησαν δύο συνθέσεις για βιολί και ορχήστρα: το «Ποίημα» του Σοσόν και η «Τσιγγάνα» του Ραβέλ. Σολίστ σε αμφότερα ήταν η πολυβραβευμένη Αρετή Ζούλα, κόρη Βορειοηπειρωτών μουσικών, η οποία ήδη σταδιοδρομεί στις ΗΠΑ, ενώ παράλληλα σπουδάζει δίπλα στον διάσημο Αϊτζάκ Πέρλμαν.
Η 24χρονη βιολίστρια εξέπληξε με την ποιότητα των αναγνώσεών της, συνδυάζοντας σε θαυμαστή ισορροπία άριστη τεχνική απόδοση και ερμηνευτική εμβάθυνση. Ορθοτονικά ασφαλής, εντυπωσιακά φωτεινός και μεγάλος, ο ηδύς ήχος της διέθετε πλούσιο φάσμα ηχοχρωμάτων και έδενε αβίαστα με την ορχήστρα, επιβαλλόμενος επ' αυτής δίχως δυσκολία ακόμη και στις θορυβώδεις κορυφώσεις δυναμικής. Το παίξιμό της υπήρξε εσωστρεφές, διακριτικά «μελωμένο» για το συννεφιασμένο, ελεγειακό «Ποίημα», φορτισμένο με εξωστρεφή ενέργεια, ακρίβεια και αθλητική κινητικότητα για τη δεξιοτεχνική «Τσιγγάνα». Ταυτόχρονα, παρέμεινε πεμπτουσιακά «γαλλικό» με συνειδητά μη γωνιώδη -ουδέποτε όμως πλαδαρή- φραστική, διαπλασμένο με σαφήνεια, εξαντλητική φροντίδα στην λεπτομέρεια και σπάνιας ψυχολογικής ευαισθησίας εσωτερική άρθρωση.
Η συναυλία ολοκληρώθηκε με τη «Συμφωνία» του Ερνέστ Σοσόν, την τελειοθηρικά ολοκληρωμένη ερμηνεία της οποίας ο Πλασόν έχει καταθέσει επανειλημμένα στη δισκογραφία. Προσπερνώντας τη «σπασμένη» νότα στο εναρκτήριο -δυστυχώς εκτεθειμένο!- σάλπισμα της τρομπέτας του εισαγωγικού Lento, θα λέγαμε πως η εκτέλεση έρρευσε υπέροχα. Ο Πλασόν, που κατέχει άριστα τα μυστικά της βαγκνερίζουσας μουσικής δραματουργίας του συνθέτη, θαυματούργησε. Διατήρησε αδιάλειπτα υψηλό μυϊκό τόνο στο παίξιμο των εγχόρδων, προσέδωσε στην παχύρρευστη, έρπουσα μελωδική φραστική ψυχολογική ζωντάνια και εκφραστικότητα φωνητικού αριόζο, εξασφάλισε διάφανη διαστρωμάτωση των εγχόρδων αντλώντας από αυτά αιθέρια, εμπρεσιονιστικά εφέ και έχτισε με υποδειγματική ισορροπία τις μακρές δραματικές κορυφώσεις.
Νέα ελληνικά έργα από την Ορχήστρα των Χρωμάτων
Την πρώτη παγκόσμια παρουσίαση νέων συνθέσεων με γραφή κοντσέρτου από Ελληνες δημιουργούς πρόσφερε η Ορχήστρα των Χρωμάτων υπό τον Μίλτο Λογιάδη στο Μπενάκη της Πειραιώς (7/2/2010).
Η ακρόαση ξεκίνησε με το «Κοντσέρτο για όμποε ντ' αμόρε και μικρή ορχήστρα» του Ιάκωβου Κονιτόπουλου. Ηταν μια ιδιάζουσα σύνθεση, στην οποία δέσποζε η έκδηλη αντιπαράθεση του ατμοσφαιρικού, σαγηνευτικά «ανατολίτικου» χαρακτήρα της ορχηστρικής γραφής προς τον συνειδητά αμελωδικό, κοφτό, συλλαβιστό «λόγο» του σολιστικού οργάνου. Εχοντας στενά περιθώρια εκφραστικής ανάπτυξης και μόνο μια σύντομη κατακλείδα σολιστικής εκτόνωσης, η ομποΐστα Χριστίνα Παντελίδου εξάντλησε την τέχνη της στη μικροκλίμακα των λεπτομερειών. Ακολούθησαν τα «Τρία μονοπάτια» του Ιωσήφ Παπαδάτου, μια τριμερής σουίτα συμβολιστικής έμπνευσης με σολιστικό μέρος για τρία νυκτά: μαντολίνο (Δημήτρης Μαρίνος), άρπα (Μαρία Μπιλντέα) και κιθάρα (Αλέξανδρος Κριτικός). Εδώ επικράτησαν συνεχείς εναλλαγές, πολιστιλισμός, τεθλασμένη, γωνιώδης φραστική, ατμοσφαιρικά παιχνίδια με εξωτικές «γιαπωνέζικες» αρμονίες και ηχοχρώματα στα σολιστικά όργανα -πεδίο δόξης λαμπρό για την αρπίστρια!- και ωραίες, περαστικές λυρικές στιγμές στα έγχορδα.
Στο δεύτερο μισό της βραδιάς η Γιούλη Βεντούρα έπαιξε το «Κοντσέρτο για τσέμπαλο» (2002) του Φίλιπ Γκλας, μια απολύτως τυπική μινιμαλιστική σύνθεση μάλλον μέτριου ενδιαφέροντος. Αρχιμουσικός, σολίστ και ορχήστρα γλίστρησαν σύσσωμοι στην παγίδα της απατηλής ευκολίας του προφανούς: τίποτε συνηθέστερο από το να εκφυλιστούν τα ρυθμικά συνεχή σε πλαδαρή επανάληψη και τα σύντομα μελωδικά σχήματα να ηχήσουν κοινότοπα! Αποτέλεσμα; Μια άνευρη, εσωτερικά ασυντόνιστη εκτέλεση.
Η βραδιά ολοκληρώθηκε με τη «Σουίτα Παιχνιδιών» για τσίμπελ (Αγγ. Τκάτσεβα), αγγλικό κόρνο (Κ. Τηλιακός), κρουστά (Χ. Λιάτσος, Μ. Διακογιώργης) και κοντραμπάσο (Τ. Κάζαγλης) του Γιώργου Χατζημιχελάκη. Ηταν ένα ακόμη εκτενές, εσκεμμένης ελαφρότητας κομμάτι που εντρύφησε στη σαγήνη των παιχνιδιάρικων εξωτικών ακουσμάτων, συνδυάζοντάς τα ευρηματικά με οικείους χορευτικούς ρυθμούς. *
Ελευθεροτυπία 25-2-2010

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου